Το 2019 μας προσέφερε μία από τις πιο ανέλπιστες και συνάμα αισιόδοξες ιστορίες στον κόσμο του μηχανοκίνητου αθλητισμού, με τον Robert Kubica να επιστρέφει ως οδηγός Formula 1 μετά από σχεδόν εννέα χρόνια.
Ακόμα και για τους νεότερους φιλάθλους, που δεν είχαν την ευκαιρία να τον παρακολουθήσουν στην «πρώτη» θητεία του, από τα μέσα του 2006 ως το τέλος του 2010, η ιστορία του Robert Kubica πρέπει να είναι γνωστή. Εξάλλου, έχουν γραφτεί τόσα πολλά έπειτα από το παρ’ ολίγον θανατηφόρο ατύχημα σε εκείνον τον αγώνα ράλι στην Ιταλία το 2011.
Όντας αναμφίβολα ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα της γενιάς του – κάτι που παραδέχονται όλοι οι αντίπαλοί του – ο Kubica βρέθηκε στην Formula 1 αντικαθιστώντας τον Jacques Villeneuve, τον οποίο η BMW Sauber έψαχνε ευκαιρία για να αποδεσμεύσει το 2006. Ο Πολωνός έμεινε στην ομάδα μέχρι το 2009, με τις καλύτερες στιγμές του να έρχονται το 2008, όταν όχι μόνο πήρε την μοναδική όπως αποδείχθηκε νίκη του στην Formula 1, αλλά παράλληλα για μεγάλο μέρος της σεζόν βρισκόταν βαθμολογικά στη μάχη του τίτλου.
Με την αποχώρηση της ΒΜW να τον αφήνει χωρίς ομάδα για το 2010, ο Kubica βρήκε καταφύγιο στην Renault, η οποία βρισκόταν σε μεταβατικό στάδιο μετά το σκάνδαλο της Σιγκαπούρης το 2008, και πλέον επί της ουσίας ημι-εργοστασιακή συμμετοχή (καθώς το μεγαλύτερο ποσοστό της ομάδας είχε περιέλθει σε ιδιωτικά χέρια). Ο Πολωνός ήταν εξαιρετικός κατά τη διάρκεια της σεζόν, παίρνοντας βάθρα που βάση απόδοσης το μονοθέσιο δεν άξιζε, ενώ η ταχύτητά του ήταν εμφανής και στις κατατακτήριες. Οι φήμες για ενδιαφέρον της Ferrari δεν επιβεβαιώθηκαν, κάτι που τον ώθησε να παραμείνει στο Enstone ενόψει 2011.
Μετά το πρώτο χειμερινό τεστ των ομάδων, ο Kubica μετέβη στην Ιταλία, για να οδηγήσει ένα Fabia S2000 στο ράλι Ronde di Andora, καθώς όπως έλεγε, οι αγώνες ράλι τον βοηθούσαν να είναι ταχύτερος στις πίστες. Όμως, η ατυχία του χτύπησε την πόρτα, με τον Πολωνό να αντιμετωπίζει βαρύτατους τραυματισμούς και να δίνει μάχη για τη ζωή του.
Μετά από μήνες θεραπειών, έγινε πλέον εμφανές ότι μία επιστροφή στη δράση θα ήταν πολύ δύσκολη. Όχι μόνο στην Formula 1, αλλά στους αγώνες γενικότερα. Βλέπετε, το δεξί του χέρι είχε μείνει σχεδόν παράλυτο, με την κινητικότητά του εξαιρετικά μειωμένη. Με τους πάντες να τον έχουν ξεγραμμένο, ο Kubica δεν το έβαλε κάτω.
Δούλεψε ακόμη περισσότερο, και τελικά επέστρεψε το 2012, και πάλι στους αγώνες ράλι. Η ταχύτητά του ήταν αδιαμφισβήτητη στις ειδικές διαδρομές, δεδομένης και της μικρής εμπειρίας του, αλλά και του γεγονότος ότι οδηγούσε μόνο με το αριστερό του χέρι, καθώς το δεξί δεν είχε τη δύναμη να τραβήξει ούτε το χειρόφρενο. Κατέκτησε το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στη δεύτερη κατηγορία του WRC (WRC 2) το 2013, και την επόμενη σεζόν έκανε το άλμα στο κυρίως πρωτάθλημα, οδηγώντας ένα Ford Fiesta WRC. Αν και δεν είχε ανάλογη επιτυχία, ο Πολωνός απέδειξε και πάλι την ταχύτητά του, αν και η έλλειψη εμπειρίας στους αγώνες ράλι (που οδηγούσε σε εξόδους) ήταν πιο εμφανής απέναντι στους κορυφαίους οδηγούς.
Και κάπου στο 2017, ήρθε το τεστ με την Renault για να αναζωπυρώσει τις ελπίδες του Kubica για επιστροφή. Αρχικά με το μονοθέσιο του 2012 και έπειτα στις επίσημες δοκιμές της Ουγγαρίας με την R.S.17, ο Kubica πήρε την απάντηση που έψαχνε: ναι, μπορούσε πλέον να οδηγήσει ένα μονοθέσιο της Formula 1. Και μάλιστα για πολλούς γύρους. Επιπλέον, σχετικά γρήγορα. Και λέμε σχετικά, γιατί κανείς δεν μπορεί να ξέρει φορτία καυσίμου, κατάσταση ελαστικών, ρύθμιση κινητήρα κλπ. Όπως και να έχει, ομάδα και παρευρισκόμενοι παραδέχθηκαν ότι ο Πολωνός δεν είχε πλέον εμφανές πρόβλημα με την οδήγηση στο στενό κόκπιτ ενός μονοθεσίου.
Και μπορεί οι δοκιμές με την Renault να μην οδήγησαν κάπου, το όνομα του Kubica όμως μπήκε και πάλι στον χάρτη, με την Williams να του δίνει την ευκαιρία να οδηγήσει για την ομάδα, αλλά και την θέση του τρίτου οδηγού το 2018. Το 2019, το όνειρο της επιστροφής έγινε πραγματικότητα: μετά από εννέα χρόνια, ο Kubica επέστρεφε εκεί που, βάσει ταλέντου, ανήκει. Στην θέση επίσημου οδηγού στην Formula 1.
Τι και αν ο Πολωνός χρειάστηκε σημαντική οικονομική υποστήριξη για να εξασφαλίσει τη θέση στην Williams; Τι και αν πλέον, στα 35 του, γνώριζε ότι αντιμετώπιζε όχι μόνο τους σωματικούς περιορισμούς του, αλλά και ένα πιθανότατα μη ανταγωνιστικό μονοθέσιο, ενώ ταυτόχρονα, η πολυετής απουσία από τις πίστες, τον έκανε ουσιαστικά rookie; Επιπλέον, δε θα ήταν καλύτερα για την υστεροφημία του να μην ρισκάρει μία κακή σεζόν, η οποία θα αμαύρωνε την «πρώτη» καριέρα του;
Φυσικά και δεν τον ένοιαζε τίποτα από τα παραπάνω. Ακριβώς γιατί, από την στιγμή που είδε ότι είχε τη δυνατότητα να παλέψει για την επιστροφή του, ο Kubica θα έκανε ακριβώς ό,τι μπορούσε. Για να μην πάνε χαμένες οι ατελείωτες ώρες στα νοσοκομεία, οι επεμβάσεις, ο πόνος, οι ψυχολογικές μεταπτώσεις. Για να ξαναζήσει τη ζωή που είχε ως το 2011, τη ζωή ενός πιλότου Formula 1. Αυτήν την ζωή ήθελε, και δεν θα ικανοποιούνταν με τίποτα λιγότερο.
Η ευκαιρία ήρθε, η καλή παρουσία όμως όχι. Το 2019 ήταν αντικειμενικά κάκιστο από πλευράς απόδοσης για τον Πολωνό, ο οποίος ήταν απογοητευτικά πιο αργός από τον George Russell. Όσο και αν αποτελεί ελαφρυντικό το τραγικά κακό μονοθέσιο της Williams αλλά και η γενικότερη κατάσταση της ομάδας (μέχρι και για έλλειψη… ανταλλακτικών ακούσαμε), το 21-0 στις κατατακτήριες δε λέει ψέματα. Για πολλούς λόγους που δεν χρήζουν περαιτέρω ανάλυσης, ο Kubica δεν απέδωσε αυτά που, προπαντώς ο ίδιος, επιζητούσε από τον εαυτό του. Το κεφάλαιο Formula 1 δείχνει πλέον να έχει κλείσει οριστικά, τουλάχιστον στο κομμάτι του επίσημου οδηγού.
Για τον ίδιο, αλλά και για τη μετέπειτα ζωή του, ο Kubica είχε την ευκαιρία να κλείσει ένα κεφάλαιο, για να μπορέσει να προχωρήσει. Γιατί θα ήταν χειρότερο για τον ίδιο να μην καταφέρει να οδηγήσει ποτέ ξανά μονοθέσιο της F1, από το να οδηγήσει το πιο αργό. Ήταν μία προσωπική νίκη, μία νίκη απέναντι σε όσους τον είχαν ξεγράψει, αλλά και στους δικούς του δαίμονες.
Και επειδή το ταλέντο δεν χάνεται, εμείς επιλέγουμε να αναφερόμαστε στον Robert Kubica ως ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα της τελευταίας εικοσαετίας, αλλά και στον οδηγό που τελικά, αν οδηγούσε για την Ferrari – εκπληρώνοντας το προσύμφωνο που είχε για το 2012 – θα έκανε τη ζωή του Fernando Alonso πολύ δύσκολη. Και τελικά, είχε το ταλέντο να διεκδικήσει και τον τίτλο του πρωταθλητή.
Ένας τίτλος που δεν θα έρθει ποτέ. Ίσως όμως ο βαθμός που πήρε φέτος στο Hockenheim να αποτελεί κάτι ακόμη πιο σημαντικό: το επισφράγισμα των προσωπικών του κόπων, και την γνώση ότι έκλεισε την καριέρα του στην Formula 1 όπως ήθελε. Όχι ως τραυματίας το 2011, αλλά ως οδηγός αγώνων το 2019.
Και επειδή στο F1fan.gr ποτέ δεν συμβιβαζόμαστε και θέλουμε πάντα να προχωράμε μπροστά, μπορείς να μας ακολουθήσεις στο Facebook, και στο Instagram, όπως επίσης και να γραφτείς στο εβδομαδιαίο Newsletter μας!