Η δυναμική ανάμεσα στους δύο οδηγούς της είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό και συχνά λεπτό σημείο για την ομαλή και αρμονική λειτουργία μιας ομάδας.
Η ιστορία της Formula 1 είναι γεμάτη από περιπτώσεις εχθρικών σχέσεων που άφησαν πίσω τους αμφιλεγόμενα αισθήματα και δηλώσεις, προκάλεσαν προβλήματα στην εκάστοτε ομάδα, οδήγησαν σε απώλειες βαθμών και πρωταθλημάτων και έφτασαν ακόμα και στο έγκλημα των εγκλημάτων, την επαφή ανάμεσα στα δύο μονοθέσια του ίδιου γκαράζ. Η πιο διάσημη αντιζηλία του αθλήματος, γνωστή όχι μόνο σε όλους τους οπαδούς αλλά και σε κόσμο που ουδεμία σχέση είχε ποτέ με πίστα, η αντιπαλότητα Ayrton Senna και Alain Prost, είναι μια τέτοια σχέση. Την ίδια περίοδο, στο ίδιο μήκος κύματος και από αρκετές απόψεις ακόμα πιο πικρή και έντονη ήταν η περίπτωση Nigel Mansell και Nelson Piquet, που το 1986 επέτρεψε στον Prost, σε εξαιρετική σεζόν με την κατώτερη McLaren, να στεφθεί πρωταθλητής.
Υψηλού προφίλ εκπρόσωποι δε λείπουν. Gilles Villeneuve και Didier Pironi, ένας άσχημος τσακωμός με τραγική κατάληξη, Alan Jones και Carlos Reutemann, που στοίχισαν και αυτοί τίτλο Οδηγών στη Williams, οι κακές σχέσεις του Prost, εκτός του Senna, με τον René Arnoux στη Renault και τον Mansell στη Ferrari, που κατέληξαν με κάποιον να βροντά την πόρτα. Μόνο ο 21ος αιώνας είναι γεμάτος. Lewis Hamilton και Fernando Alonso έχασαν πρωτάθλημα, οι Sebastian Vettel και Mark Webber έχουν και άλλα πέραν του διαβόητου Multi 21, Hamilton και Nico Rosberg ξύπνησαν αναμνήσεις Senna και Prost, ενώ μικρότερες ομάδες είχαν Sergio Perez και Esteban Ocon ή, μόλις πέρυσι, Mick Schumacher και Nikita Mazepin.
Το 2022 δεν έχει να δώσει κάτι τόσο σφοδρό. Αλλά δε βασιλεύει ειρήνη και ηρεμία μέσα σε όλα τα γκαράζ, κάτι που χτύπησε ταυτόχρονα από όλες τις κατευθύνσεις στο Interlagos, για διαφορετικούς λόγους και σε διαφορετικό επίπεδο.
Ας ξεκινήσουμε χαμηλότερα, με την Alpine, τον Alonso και τον Ocon.
Ο Ισπανός δις πρωταθλητής μπορεί να είναι σεβαστός για πολλούς λόγους, αλλά το ομαδικό του πνεύμα και η διακριτικότητά του μάλλον δεν είναι ανάμεσα σε αυτούς. Η «σφαγή» του με τον Hamilton, η στάση του στο Spygate, οι όχι ακριβώς ιδανικές συνθήκες της συμβίωσής του με τη Ferrari και του τελικού τους διαζυγίου, το περίφημο «GP2 engine» που μόνο τυχαία δε φρόντισε να πετάξει στην έδρα της Honda… αν ο Alonso δεν έχει τη μεταχείριση που περιμένει γρήγορα στρέφεται εναντίον όλων, δικαίως ή αδίκως, και δεν κάνει καμία προσπάθεια να το κρύψει.
Μετά από ένα σχετικά ειρηνικό 2021 με την Alpine, όπου αυτός και ο Ocon αλληλοβοηθήθηκαν σε αγώνες καίριας σημασίας για τους ίδιους και την ομάδα (η άμυνα εναντίον του Hamilton στην Ουγγαρία είναι από τις κορυφαίες στιγμές της προηγούμενης σεζόν), το 2022 έφερε άλλη μια τέτοια κατάσταση. Διαρκή προβλήματα αξιοπιστίας που, ακόμα και με τους πιο συντηρητικούς υπολογισμούς, κόστισαν στον Alonso δεκάδες βαθμούς, η άσχημη έκπληξη της μεταγραφής στην Aston Martin που άφησε την Alpine μετέωρη και ταπεινωμένη μετά και το φιάσκο της υπόθεσης Piastri, υπόνοιες για ευνοϊκή μεταχείριση στον Ocon, σποραδικές μάχες πολύ πιο οριακές απ’ότι θα άρεσε στην Alpine και τελικά η επαφή στο sprint της Βραζιλίας, που θα μπορούσε να κοστίσει ακόμα και την τέταρτη θέση στους Κατασκευαστές αν η Κυριακή πήγαινε καλύτερα για τη McLaren.
Όχι ότι ο αγώνας ήταν ακριβώς αρμονικός, με την απάντηση του Ocon στο team radio για την επανεκκίνηση να ερμηνεύεται από πολλούς ως απροθυμία και περαιτέρω δείγμα έριδας. Ο ίδιος το αποκάλεσε παρεξήγηση, αλλά παραδέχτηκε ότι δεν έχουν μιλήσει με τον Alonso για όσα συνέβησαν. Οπωσδήποτε, ο Ισπανός δεν είναι αυτήν τη στιγμή φιλικά διακείμενος προς την ομάδα ή τον ομόσταβλό του, θεωρώντας ότι οι μεν τον έχουν αδικήσει σε επίπεδο ποιότητας μονοθεσίου και μεταχείρισης και ότι ο δε μάλλον δεν ξέρει τη θέση του.
Και μπορεί συχνά να θεωρείται ότι τα διάφορα στατιστικά που λατρεύουν να αναλύουν οι οπαδοί δεν απασχολούν ιδιαίτερα τους οδηγούς, αλλά προσωπικά πολύ αμφιβάλλω ότι αρέσει ιδιαίτερα στον Alonso το πολύ πιθανό ενδεχόμενο να ολοκληρώσει το 2022 με λιγότερους βαθμούς από τον Ocon. Η «ήττα» από τον Hamilton το 2007 ήρθε τουλάχιστον ως απόρροια κριτηρίων ισοβαθμίας (και αδιαμφισβήτητα τον ενόχλησε πολύ) και δεν μπορεί να γίνει καμία σοβαρή σύγκριση με τον Jenson Button το 2015, όταν και οι δύο οδηγοί ουσιαστικά άφηναν στην τύχη και μόνο το ενδεχόμενο τερματισμού της MP4-30 και του ανεκδιήγητου Honda RA615H. Η αξιοπιστία είναι βέβαια κάτι που μπορεί να δικαιολογήσει την ενδεχόμενη ολοκλήρωση της σεζόν στην ένατη θέση της βαθμολογίας για τον Alonso, αλλά επίσης ο Ocon δεν είναι ούτε Hamilton ούτε Button και είναι αρκετοί αυτοί που θεωρούν ότι ο σαραντάρης πρωταθλητής δεν έχει πλέον θέση στη Formula 1. Είναι το λιγότερο ζήτημα υπερηφάνειας και από αυτήν ο Ισπανός έχει μπόλικη.
Για την Alpine λοιπόν, η σύγκρουση ανάμεσα στους οδηγούς της είναι απόρροια του ευρύτερου κλίματος μέσα στην ομάδα, της τάσης του Alonso να δυναμιτίζει καταστάσεις και της υποβοήθησης σποραδικά του Ocon, που αν μη τι άλλο δεν έχει ούτε αυτός το καλύτερο ιστορικό όσον αφορά τις σχέσεις του με την άλλη πλευρά του γκαράζ ή του πότε πρέπει να υποχωρήσει στην πίστα. Η πολύ κακή φετινή απόδοση του Ricciardo και η διπλή εγκατάλειψη της McLaren στη Βραζιλία έσωσαν τελικά τους Γάλλους από τα χειρότερα, αλλά αν έχουν αντίστοιχες καταστάσεις στο μέλλον δε θα είναι πάντα τόσο τυχεροί.
Πιο ψηλά στην κατάταξη, η υπόθεση Ferrari είναι αρκετά διαφορετική. Τουλάχιστον προς το παρόν, αν και μάλλον δε θα αποκαλούσε κανείς τον Charles Leclerc και τον Carlos Sainz φιλαράκια (σίγουρα όχι με τον τρόπο που ο τελευταίος εμφανιζόταν δίπλα στον Lando Norris), δεν μπορεί να τους προσάψει και κάτι αρνητικό. Η δυναμική των δύο οδηγών της Scuderia είναι αποκλειστικά ευθύνη της ομάδας και ένα από τα πολλά λάθη των Ιταλών σε μία σεζόν που οι ίδιοι υπονόμευσαν σε σχεδόν γελοίο βαθμό.
Το καθεστώς πρώτου και δεύτερου οδηγού είναι πρακτικά συνώνυμο της Ferrari μέσα στον 21ο αιώνα. Πρόκειται εξάλλου για την ομάδα που προκάλεσε την απαγόρευση εντολών από το pit wall ύστερα από την παρωδία της Αυστρίας το 2002 και που απέδειξε τη ματαιότητα αυτής της απαγόρευσης το 2010 με την ατάκα «Fernando is faster than you» να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την προσέγγιση. Ίσως προσπαθώντας να ξεφορτωθούν τη ρετσινιά, οι Ιταλοί προσπαθούν τα τελευταία δύο χρόνια να δείξουν ότι οι οδηγοί τους είναι πλέον ισότιμοι. Μόνο που το έχουν πάει στο άλλο άκρο, κάνοντάς το εις βάρος του συμφέροντός τους.
Ο Leclerc φέτος αναδείχθηκε νωρίς ως αιχμή του δόρατος της ομάδας, αλλά δεν είχε την ανάλογη υποστήριξη. Οι μεγάλες απώλειες δεν ήρθαν βέβαια από την απροθυμία της Scuderia να δώσει εντολή για αλλαγή θέσεων στους οδηγούς της, αλλά είδαμε και τέτοιες εικόνες μέσα στη σεζόν που μπορεί να υποστηρίξει κανείς ότι κατέληξαν ακόμα και σε συνολική απώλεια για την ομάδα, όπως στο Silverstone και στην Ουγγαρία. Το τελικό αποτέλεσμα της Βραζιλίας μπορεί κάλλιστα να οδηγήσει στην απώλεια της δεύτερης θέσης στο Πρωτάθλημα Οδηγών για τον Leclerc, και ακόμα και να μην προκαλέσει κάτι τέτοιο αφήνει κακή εντύπωση. Η Ferrari δικαιολογήθηκε μέσω της πιθανότητας ποινής του Sainz, αλλά ο Mattia Binotto παραδέχτηκε ότι είχαν διαβεβαίωση πως δε θα υπήρχε τιμωρία.
Άγχος και αναποφασιστικότητα που εύκολα μπορούν να κοστίσουν. Ο… φιλειρηνισμός του Leclerc και η προ πολλού απώλεια των φετινών τίτλων μπορεί προς το παρόν να μην αφήνει τα πράγματα να γίνουν χειρότερα, αλλά η σχέση ανάμεσα στους οδηγούς της και η διαχείρισή τους είναι σίγουρα μέρος της δυστυχώς μακριάς λίστας των προβλημάτων που πρέπει να επιλύσει η Ferrari. Και τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι πιο άσχημα για τον Leclerc, αν δεν υπήρχε μια άλλη διαμάχη μεταξύ ομοστάβλων να περιορίσει τη ζημιά.
Max Verstappen και Perez λοιπόν.
Εδώ έχουμε ένα παιχνίδι προφανών. Προφανώς ο Perez μπήκε στη Red Bull ως δεύτερος οδηγός. Προφανώς έχει δείξει τα τελευταία δύο χρόνια αποδοχή του ρόλου του, δρώντας πάντα βάσει του συμφέροντος της ομάδας, που συνήθως ταυτίζεται με αυτό του Verstappen. Έχει δείξει μάλιστα όχι μόνο υπακοή άνευ διαμαρτυριών, αλλά και αφοσίωση, με πιο εύκολο παράδειγμα την τιτάνια άμυνά του στο Abu Dhabi το 2021. Η δυναμική της ομάδας και των οδηγών ήταν ξεκάθαρη, ένας από τους κορυφαίους οδηγούς όλων των εποχών και υποψήφιος πρωταθλητής, μια ομάδα στημένη γύρω του και ένας δεύτερος οδηγός σε υποστηρικτικό ρόλο να προωθεί το στόχο και, αν χρειαστεί, να μαζεύει τα σπασμένα. Το αποτέλεσμα εξασφαλισμένα πρωταθλήματα Οδηγών και Κατασκευαστών και μια υπόσχεση στήριξης της προσπάθειας αυτού του δεύτερου οδηγού για τη δεύτερη θέση, προς ολοκλήρωση του θριάμβου και αναγνώριση υπηρεσιών.
Μέχρι που, πάλι προφανώς, ο Verstappen αρνήθηκε να δώσει έστω μια έκτη θέση στον Perez. Χωρίς να έχει απολύτως τίποτα να κερδίσει. Εκεί λήγει το προφανές. Γιατί; «Εκδίκηση» για υποψία στημένης εξόδου στο Μονακό; Κυνήγι ρεκόρ; Άγνωστες συμφωνίες εντός της ομάδας; Απλά μικρότητα και αχαριστία του Verstappen, που ομολογουμένως όσο ξεκάθαρα καλός οδηγός είναι, άλλο τόσο είναι κακός χαρακτήρας εντός και εκτός πίστας;
Όποια και αν είναι η απάντηση, η υπόθεση δεν έχει θετικό πρόσημο. Ο Perez μπορεί να ήταν πιο διπλωματικός μετά το τέλος του αγώνα, αλλά το σύντομο team radio με τον Christian Horner είπε πολλά περισσότερα από όλες τις δηλώσεις του οδηγού και του αγωνιστικού διεθυντή στους δημοσιογράφους. Δε χρειάζεται επίπληξη εντός της ομάδας, άρνηση του Perez να συμμορφωθεί με εντολές στο μέλλον ή «τυχαίο» γλίστρημα πάνω στον Verstappen όπως μπορεί να προτείνουν οι πιο σκληροπυρηνικοί. Η Red Bull μπορεί να υποχωρήσει σε κάθε απαίτηση του Verstappen και ο Perez μπορεί να συνεχίσει, υπό την απειλή της απόλυσης, να κάνει στο πλάι για το 2023 και όσο ακόμα παραμείνει στις τάξεις του Milton Keynes. Αλλά η ίδια προθυμία, η ίδια άμεση ανταπόκριση, η ίδια προσπάθεια; Αυτά δε θα μείνουν.
Χωρίς φυσικά να συνυπολογίζεται το κόστος που έχει αυτό για την εικόνα της ομάδας και ειδικά του Verstappen. Το οποίο μπορεί να μην τους ενδιαφέρει καθόλου, αλλά το σίγουρο είναι ότι η Red Bull και ο Ολλανδός δεν έγιναν δημοφιλέστεροι μετά το Interlagos.
Ο Perez μπορεί τελικά να μη χάσει τη δεύτερη θέση στους Οδηγούς, ή μπορεί να μην είναι αυτό το συμβάν που θα κάνει τη διαφορά. Αλλά οι ισορροπίες στο εσωτερικό της Red Bull έχουν διαταραχτεί και το ειρωνικό είναι πως δεν υπήρχε κανένας απολύτως λόγος γι’αυτό. Οποιαδήποτε και αν είναι η εξήγηση του Verstappen, αν η Kelly Piquet δεν τον απάτησε με τον ομόσταβλό του τότε δε δικαιολογείται. Και μόνο μπροστά του μπορεί να το βρει στο μέλλον.
Ο μεγαλύτερος εχθρός μπορεί να είναι στην άλλη πλευρά του γκαράζ. Ο πρώτος και ο τελευταίος αντίπαλος. Αλλά κατά τα φαινόμενα, δε χρειάζεται να είναι καν ανταγωνιστής.
Και επειδή στο F1fan.gr ποτέ δεν συμβιβαζόμαστε και θέλουμε πάντα να προχωράμε μπροστά, μπορείς να μας ακολουθήσεις στο Facebook, και στο Instagram, όπως επίσης και να γραφτείς στο εβδομαδιαίο Newsletter μας!